Home > Όροι > Kazakh (KK) > капиллярлық

капиллярлық

A wick-like action whereby a liquid will migrate vertically through material, in an upward direction; as oil in a lamp travels upward through the wick.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Building materials
  • Category: Concrete
  • Company:
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Mankent
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 5

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Fruits & vegetables Category: Root vegetables

шалғам

Annual or biennial plant (Raphanus sativus) of the mustard family, probably of Oriental origin, grown for its large, succulent root. Low in calories ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Ganges Appetizers

Κατηγορία: Food   1 1 Όροι

Capital Market Theory

Κατηγορία: Business   1 15 Όροι