Home > Όροι > Kazakh (KK) > метанол
метанол
Alcohol containing one carbon atom per molecule, generally made from natural gas, with about half the energy density of gasoline, also known as ‘wood alcohol’
0
0
Βελτίωση
- Μέρος του λόγου: noun
- Συνώνυμο(α): wood_alcohol
- Blossary:
- Κλάδος/Τομέας: Biotechnology; Ενέργεια
- Category: Biofuel
- Company: Grist
- Προϊόν:
- Ακρώνυμο-συντόμευση:
Άλλες γλώσσες:
Τι θέλετε να πείτε;
Ορολογία Ειδήσεων
Featured Terms
Κλάδος/Τομέας: Εκπαίδευση Category: Teaching
оқу өнімі
End result of a process of learning; what one has learned.
Συμβάλλων
Διακεκριμένα γλωσσάρια
zblagojevic
0
Όροι
5
Γλωσσάρια
2
Οπαδοί
Glossary of environmental education
Κατηγορία: Εκπαίδευση 1 41 Όροι
Browers Terms By Category
- Αλγόριθμοι & δομές(1125)
- Κρυπτογράφηση(11)
Υπολογιστές(1136) Terms
- Poker(470)
- Chess(315)
- Bingo(205)
- Consoles(165)
- Παιχνίδα Υπολογιστή(126)
- Gaming accessories(9)
Παιχνίδια(1301) Terms
- Βιομηχανική αυτοματοποίησης(1051)
Αυτόματες συσκευές(1051) Terms
- Legal documentation(5)
- Technical publications(1)
- Marketing documentation(1)