Home > Όροι > Kazakh (KK) > биодизель
биодизель
Biofuel (technically, methyl esters) produced from oilseed crops – including soy, canola, palm, and jatropha – that can be used in diesel engines
0
0
Βελτίωση
- Μέρος του λόγου: noun
- Συνώνυμο(α):
- Blossary:
- Κλάδος/Τομέας: Biotechnology; Ενέργεια
- Category: Biofuel
- Company: Grist
- Προϊόν:
- Ακρώνυμο-συντόμευση:
Άλλες γλώσσες:
Τι θέλετε να πείτε;
Ορολογία Ειδήσεων
Featured Terms
Συμβάλλων
Διακεκριμένα γλωσσάρια
zblagojevic
0
Όροι
5
Γλωσσάρια
2
Οπαδοί
Glossary of environmental education
Κατηγορία: Εκπαίδευση 1 41 Όροι
Browers Terms By Category
- Automobile(10466)
- Motorcycles(899)
- Automotive paint(373)
- Tires(268)
- Vehicle equipment(180)
- Auto parts(166)
Κατασκευή Αυτοκινήτων(12576) Terms
- Contracts(640)
- Home improvement(270)
- Mortgage(171)
- Residential(37)
- Corporate(35)
- Commercial(31)
Real estate(1184) Terms
- General packaging(1147)
- Bag in box(76)
Packaging(1223) Terms
- Aeronautics(5992)
- Air traffic control(1257)
- Airport(1242)
- Aircraft(949)
- Aircraft maintenance(888)
- Powerplant(616)
Aviation(12294) Terms
- General boating(783)
- Sailboat(137)
- Yacht(26)