Home > Όροι > Kazakh (KK) > транзакция

транзакция

An atomic unit of work that modifies data. A transaction encloses one or more program statements, all of which either complete or roll back. Transactions enable multiple users to access the same data concurrently.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Υπολογιστές
  • Category: Workstations
  • Company: Sun
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Mankent
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 5

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Υπηρεσίες ONLINE Category: Search engines

eBay Mobile

eBay's new search platform for mobile devices. There has been rumors that eBay hopes to replace Google as the first place that people look on their ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Must visit places in Xi'an

Κατηγορία: Travel   2 20 Όροι

Terms frequently used in K-pop

Κατηγορία: Ψυχαγωγία   3 30 Όροι