Home > Όροι > Kazakh (KK) > транзакция
транзакция
An atomic unit of work that modifies data. A transaction encloses one or more program statements, all of which either complete or roll back. Transactions enable multiple users to access the same data concurrently.
0
0
Βελτίωση
- Μέρος του λόγου: noun
- Συνώνυμο(α):
- Blossary:
- Κλάδος/Τομέας: Υπολογιστές
- Category: Workstations
- Company: Sun
- Προϊόν:
- Ακρώνυμο-συντόμευση:
Άλλες γλώσσες:
Τι θέλετε να πείτε;
Ορολογία Ειδήσεων
Featured Terms
Κλάδος/Τομέας: Communication Category: Postal communication
филокартия
Филокартия пошталық ашық хаттарды жинау әрі зерттеуді (әдетте ермек үшін) білдіреді.
Συμβάλλων
Διακεκριμένα γλωσσάρια
Browers Terms By Category
- Chocolate(453)
- Hard candy(22)
- Gum(14)
- Gummies(9)
- Lollies(8)
- Caramels(6)
Γλυκά και Ζαχαροπλαστική(525) Terms
- Radiology equipment(1356)
- OBGYN equipment(397)
- Συσκευές καρδιακής υποστήριξης(297)
- Clinical trials(199)
- Ultrasonic & optical equipment(61)
- Physical therapy equipment(42)
Ιατρικές συσκευές(2427) Terms
- Alcohol & Hydroxybenzene & Ether(29)
- Pigments(13)
- Organic acids(4)
- Intermediates(1)
Organic chemicals(47) Terms
- Κοσμήματα(850)
- Style, cut & fit(291)
- Μάρκες & ετικέτες(85)
- Γενική μόδα(45)