Home > Όροι > Kazakh (KK) > гранат

гранат

A fruit-bearing deciduous shrub or small tree growing between five and eight meters tall.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary: Fruits
  • Κλάδος/Τομέας: Fruits & vegetables
  • Category: Fruits
  • Company:
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Mankent
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 5

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Photography Category: Professional photography

жарық қорабы

box of fluorescent tubes balanced for white light and covered with translucent glass or plastic. Used for viewing, registering or correcting film ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

10 Material Design Android apps you should be using right now

Κατηγορία: Τεχνολογία   1 10 Όροι

The 10 Best Innovative Homes

Κατηγορία: Travel   1 10 Όροι