Home > Όροι > Macedonian (MK) > антиаритмик (лек)

антиаритмик (лек)

A drug that prevents an abnormal heart rhythm from occurring. These drugs help the heart beat more regularly.

0
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

ane.red
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 4

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Ψυχαγωγία Category: Μουσική

Адам Јанг

American musician who founded the band, Owl City, via MySpace. He was signed onto Universal Republic record company in 2009. Before signing on with ...

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Most Brutal Torture Technique

Κατηγορία: Ιστορία   1 7 Όροι

Material Engineering

Κατηγορία: Μηχανική   1 20 Όροι