Home > Όροι > Macedonian (MK) > оска

оска

An imaginary straight line that runs through the middle of something, or about which things are arranged, typically according to material, geometric, or perceptual equilibrium.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Art history
  • Category: Visual arts
  • Company:
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Hristina Acovska
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 0

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Ανθρωποι Category: Musicians

Боб Марли

Јамајкански музичар и текстописец кој живеел од 1945 - 1981, и е несомнено најпознатиот реге музичар на сите времиња. Неговата компилација Легенда, ...

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Top 10 Famous News Channels Of The World

Κατηγορία: Ψυχαγωγία   2 10 Όροι

Languages of Africa

Κατηγορία: Κουλτούρα   1 15 Όροι