Home > Όροι > Macedonian (MK) > меур танчер
меур танчер
Срамен термин за човек кој мие садови.
0
0
Βελτίωση
- Μέρος του λόγου: noun
- Συνώνυμο(α): dishwasher_₁
- Blossary:
- Κλάδος/Τομέας: Restaurants
- Category: Misc restaurant
- Company: The Back Burner
- Προϊόν:
- Ακρώνυμο-συντόμευση:
Άλλες γλώσσες:
Τι θέλετε να πείτε;
Ορολογία Ειδήσεων
Featured Terms
Συμβάλλων
Διακεκριμένα γλωσσάρια
Browers Terms By Category
- Advertising(244)
- Event(2)
Marketing(246) Terms
- Characters(952)
- Fighting games(83)
- Shmups(77)
- General gaming(72)
- MMO(70)
- Rhythm games(62)
Video games(1405) Terms
- Αλγόριθμοι & δομές(1125)
- Κρυπτογράφηση(11)
Υπολογιστές(1136) Terms
- Skin care(179)
- Cosmetic surgery(114)
- Στυλ μαλλιών(61)
- Breast implant(58)
- Cosmetic products(5)
Ομορφιά(417) Terms
- General art history(577)
- Visual arts(575)
- Renaissance(22)