Home > Όροι > Macedonian (MK) > целост

целост

A complete thing.

0
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Hristina Acovska
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 0

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Anatomy Category:

акнестис

Делот од телото, кои не може да го досегнете(да го почешате), обично просторот помеѓу плешките.

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Subway's Fun Facts

Κατηγορία: Food   1 5 Όροι

Off the top of my head

Κατηγορία: Other   1 1 Όροι