Home > Όροι > Macedonian (MK) > пастрмка

пастрмка

A large family of fish typically found in clear, cool lakes and streams. Its delicate flesh is best poached, sautéed or fried.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Seafood
  • Category: General seafood
  • Company: Red Lobster
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

zocipro
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 18

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Τροφιμα Category:

deipnosophist

Лицето кое е господар на вечера маса разговор.

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Nikon Digital SLR's Camera

Κατηγορία: Τεχνολογία   1 22 Όροι

5 Cities With Extremely High Homeless Figures

Κατηγορία: Other   1 7 Όροι