Home > Όροι > Macedonian (MK) > пастрмка
пастрмка
A large family of fish typically found in clear, cool lakes and streams. Its delicate flesh is best poached, sautéed or fried.
0
0
Βελτίωση
- Μέρος του λόγου: noun
- Συνώνυμο(α):
- Blossary:
- Κλάδος/Τομέας: Seafood
- Category: General seafood
- Company: Red Lobster
- Προϊόν:
- Ακρώνυμο-συντόμευση:
Άλλες γλώσσες:
Τι θέλετε να πείτε;
Ορολογία Ειδήσεων
Featured Terms
Συμβάλλων
Διακεκριμένα γλωσσάρια
dnatalia
0
Όροι
60
Γλωσσάρια
2
Οπαδοί
5 Cities With Extremely High Homeless Figures
Κατηγορία: Other 1 7 Όροι
Browers Terms By Category
- Καλλυντικά(80)
Καλλυντικά & φροντίδα του δέρματος(80) Terms
- Λεξιλόγιο SAT(5103)
- Κολέγια & Πανεπιστήμια(425)
- Teaching(386)
- Γενική εκπαίδευση(351)
- Higher education(285)
- Γνώση(126)
Εκπαίδευση(6837) Terms
- Dating(35)
- Romantic love(13)
- Platonic love(2)
- Family love(1)