Home > Όροι > Macedonian (MK) > твид

твид

An irregular, soft, flexible, unfinished, shaggy wool or wool-blend fabric made with a 2/2 twill weave. Tweeds are used in all types of coat fabrics and suitings.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Textiles
  • Category: Manufactured fibers
  • Company: Celanese
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Jasmin
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 20

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Weather Category: Storms

Ураган Ајрин

Претстоен ураган од трета категорија кој се заканува да го погоди источниот брег на САД доцна попладнето на 27 август 2011 година. Ветровите се ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Heat Treatment

Κατηγορία: Μηχανική   1 20 Όροι

Harry Potter

Κατηγορία: Λογοτεχνία   1 141 Όροι