Home > Όροι > Macedonian (MK) > практична работа
практична работа
Placing students in specific jobs or employment settings to gain work-related knowledge and skills outside of traditional educational institutions.
0
0
Βελτίωση
- Μέρος του λόγου: noun
- Συνώνυμο(α):
- Blossary:
- Κλάδος/Τομέας: Εκπαίδευση
- Category: Teaching
- Company: Teachnology
- Προϊόν:
- Ακρώνυμο-συντόμευση:
Άλλες γλώσσες:
Τι θέλετε να πείτε;
Ορολογία Ειδήσεων
Featured Terms
Κλάδος/Τομέας: Μπαρ & νυχτερινά κέντρα Category:
ноќен клуб
Also known simply as a club, discothèque or disco is an entertainment venue which usually operates late into the night. A nightclub is generally ...
Συμβάλλων
Διακεκριμένα γλωσσάρια
Browers Terms By Category
- Human evolution(1831)
- Evolution(562)
- General archaeology(328)
- Archaeology tools(11)
- Προϊόντα Τέχνης(8)
- Dig sites(4)
Αρχαιολογία(2749) Terms
- Cables & wires(2)
- Fiber optic equipment(1)
Telecom equipment(3) Terms
- Μυθιστόρημα(910)
- General literature(746)
- Poetry(598)
- Chilldren's literature(212)
- Bestsellers(135)
- Διηγήματα(127)
Λογοτεχνία(3109) Terms
- American culture(1308)
- Λαϊκή Κουλτούρα(211)
- Γενική κουλτούρα(150)
- Ανθρωποι(80)