Home > Όροι > Macedonian (MK) > зигот
зигот
A single cell resulting from the fusion of male and female gametes (sperm and egg) at fertilization.
0
0
Βελτίωση
- Μέρος του λόγου: noun
- Συνώνυμο(α):
- Blossary: Stem cell terms
- Κλάδος/Τομέας: Medical
- Category: Stem cell research
- Company: EuroStemCell
- Προϊόν:
- Ακρώνυμο-συντόμευση:
Άλλες γλώσσες:
Τι θέλετε να πείτε;
Ορολογία Ειδήσεων
Featured Terms
Κλάδος/Τομέας: Weather Category: Meteorology
торнадо
1. A violently rotating column of air, in contact with the ground, either pendant from a cumuliform cloud or underneath a cumuliform cloud, and often ...
Συμβάλλων
Διακεκριμένα γλωσσάρια
Browers Terms By Category
- Αλγόριθμοι & δομές(1125)
- Κρυπτογράφηση(11)
Υπολογιστές(1136) Terms
- Prevention & protection(6450)
- Fire fighting(286)
Fire safety(6736) Terms
- General seafood(50)
- Shellfish(1)
Seafood(51) Terms
- American culture(1308)
- Λαϊκή Κουλτούρα(211)
- Γενική κουλτούρα(150)
- Ανθρωποι(80)
Κουλτούρα(1749) Terms
- Παγκόσμια ιστορία(1480)
- Israeli history(1427)
- Ιστορία της Αμερικής(1149)
- Medieval(467)
- Nazi Germany(442)
- Egyptian history(242)