Home > Βιομηχανία/Τομέας > Consumer electronics > Amplifier
Amplifier
Any electronic device designed to inrease the volume of sound.
Industry: Consumer electronics
Προσθήκη νέου όρουContributors in Amplifier
Amplifier
πεδίο θορύβου
Consumer electronics; Amplifier
Το επίπεδο στο οποίο θορύβου (σφύριγμα, βουητό, κ.λπ.) υπάρχει σε έναν ενισχυτή. Συχνά χρησιμοποιείται ως σημείο αναφοράς σε σήματος προς θόρυβο αναλογίες. ...
δυναμικό εύρος
Consumer electronics; Amplifier
Η διαφορά μεταξύ της ελάχιστης και μέγιστης (υπερφόρτωση) στάθμης σήματος στον εξοπλισμό ήχου, που συχνά μετριέται σε ντεσιμπελ. ...
συχνότητα αποκοπής
Consumer electronics; Amplifier
The "corner point" of a filter, usually the point where the response is down -3dB compared to the midband signal level.
dB (ντεσιμπέλ)
Consumer electronics; Amplifier
Μια μονάδα μέτρησης για την εκφράζουν τις σχέσεις του διάφορες ποσότητες, συμπεριλαμβανομένων ηχοστάθμη, ρεύματος και ...
DC (συνεχές ρεύμα)
Consumer electronics; Amplifier
Ηλεκτρικό ρεύμα που έχει σταθερή και ομοιόμορφη πολικότητας (ροές προς μία κατεύθυνση). Μπαταρίες και μικρή δύναμη πηγές για τα αποτελέσματα παρέχουν μια πηγή συνεχούς ...
αποσύνδεση
Consumer electronics; Amplifier
Η διαδικασία χωρίζει ένα στάδιο της έναν ενισχυτή από το άλλο. Αποσύνδεση αποτρέπει ταλαντώσεις και άλλους θορύβους που μπορεί να προκύψουν λόγω ανεπιθύμητων ανατροφοδότηση μέσα από τις συνδέσεις του ...
πυκνωτής απόζευξης
Consumer electronics; Amplifier
Μεγάλο ηλεκτρολυτικούς πυκνωτή χρησιμοποιούνται για το φιλτράρισμα η παροχή ηλεκτρικού ρεύματος μετά από την αντίσταση της αποσύνδεσης. ...
Διακεκριμένα γλωσσάρια
Marouane937
0
Όροι
58
Γλωσσάρια
3
Οπαδοί