Home > Όροι > Macedonian (MK) > компаративната предност

компаративната предност

When one nation's opportunity cost of producing an item is less than another nation's opportunity cost of producing that item. A good or service with which a nation has the largest absolute advantage (or smallest absolute disadvantage) is the item for which they have a comparative advantage.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Labor
  • Category: Labor statistics
  • Company: U.S. DOL
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Kristina Ivanovska
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 1

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Πολεμικές τέχνες Category: Oil painting

Мона Лиза

The Mona Lisa is widely recognized as one of the most famous paintings in the history of art. It is a half-length portrait of a seated woman painted ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Sugar bombs

Κατηγορία:    1 6 Όροι

Oil Painting

Κατηγορία: Arts   1 22 Όροι