Home > Όροι > Macedonian (MK) > побарувачка

побарувачка

Willingness and ability to purchase goods and services.

0
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Jasmin
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 20

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Anthropology Category: Cultural anthropology

братска полиандрија

Marriage of one woman with a set of brothers.

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Banks In China

Κατηγορία: Business   1 10 Όροι

Rock Bands of the '70s

Κατηγορία: Ιστορία   1 10 Όροι