Home > Όροι > Macedonian (MK) > латекс

латекс

A milky fluid found in certain cells of some families of seed plants. Latex is the raw material from which rubber is made.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Textiles
  • Category: Manufactured fibers
  • Company: Celanese
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Jasmin
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 20

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Travel Category: Cruise

Титаник

The fabled passenger liner that sank after hitting an iceberg on her maiden voyage from Southampton, United Kingdom to New York City in April ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

The 12 Best Luxury Hotels in Jakarta

Κατηγορία: Travel   1 12 Όροι

How to Stay Motivated in MLM

Κατηγορία: Business   1 7 Όροι