Home > Βιομηχανία/Τομέας > Oil & gas > Drilling
Drilling
Of or relating to the penetration of the Earth's surface in order to extract petroleum oil.
Industry: Oil & gas
Προσθήκη νέου όρουContributors in Drilling
Drilling
οριζόντια γεωτρήσεων
Oil & gas; Drilling
Οριζόντια γεωτρήσεων είναι η διαδικασία γεωτρήσεων μια καλά από την επιφάνεια σε βάθος ακριβώς πάνω από τον ταμιευτήρα προορισμού πετρελαίου ή φυσικού αερίου που ονομάζεται το σημείο kickoff, έπειτα ...
Chevron Corporation
Oil & gas; Drilling
Μια αμερικανική πολυεθνική ενεργειακή εταιρεία με έδρα στο San Ramon, Καλιφόρνια, Ηνωμένες Πολιτείες και δραστηριοποιούνται σε περισσότερες από 180 χώρες. Η ασχολείται με κάθε πτυχή της το πετρέλαιο, ...
τεχνητός ανελκυστήρας
Oil & gas; Drilling
Μια τεχνιτή μέθοδος για την ανέλκυση πετρελαίου στην επιφάνεια όταν η ροή του φρέατος σταματήσει από μόνη της. Γενικά αυτό επιτυγχάνεται με την χρήση μηχανικής συσκευής όπως αντλίες ή μπαλάγκο ...
εγχειρίδιο γεωτρήσεων
Oil & gas; Drilling
Η διαδικασία εξαγωγής αργού πετρελαίου από υπόγειες με το χέρι και όχι με εξελιγμένα γεώτρησης μηχανές και υπολογιστές που κινούνται με ηλεκτρισμό. Σε ορισμένες χώρες του τρίτου κόσμου, οι άνθρωποι ...
Διακεκριμένα γλωσσάρια
marija.horvat
0
Όροι
21
Γλωσσάρια
2
Οπαδοί