Home > Βιομηχανία/Τομέας > Τραπεζική > General banking
General banking
Banking related terms and phrases in general.
Industry: Τραπεζική
Προσθήκη νέου όρουContributors in General banking
General banking
συμβόλαιο μελλοντικής εκπλήρωσης
Τραπεζική; General banking
Συμφωνία μεταξύ δύο συμβαλλομένων για αγορά ή πώληση μιας συγκεκριμένης ποσότητας ενός υποκείμενου τίτλου σε συγκεκριμένη μελλοντική ημερομηνία και σε προκαθορισμένη τιμή που έχει συμφωνηθεί κατά την ...
προνομιακό επιτόκιο
Τραπεζική; General banking
Το επιτόκιο που οι Βρετανικές τράπεζες χρεώνουν τους καλούς-συνεπείς πελάτες τους ονομάζεται base rate. Στις ΗΠΑ, το ίδιο επιτόκιο ονομάζεται prime ...
εκτοκιστική περίοδος
Τραπεζική; General banking
Είναι το χρονικό διάστημα για το οποίο υπολογίζονται τόκοι. Για παράδειγμα, οι λογαριασμοί Ταμιευτηρίου εκτοκίζονται κάθε ημερολογιακό εξάμηνο. Συνεπώς, οι εκτοκιστικές περίοδοι είναι από 1/1 μέχρι ...
τόκος
Τραπεζική; General banking
Ο όρος χρησιμοποιείται για να περιγράψει το κόστος της χρήσης κεφαλαίου, δικαιώματος, μετοχής ή άλλου τίτλου ιδιοκτησίας. ...
δεδουλευμένοι τόκοι
Τραπεζική; General banking
Τόκοι που έχουν ήδη κερδηθεί αλλά δεν έχουν ακόμη καταβληθεί.
επιτόκιο
Τραπεζική; General banking
Το ποσό που καταβάλλεται από τον δανειολήπτη στο δανειστή σε αντάλλαγμα για τη χρήση των χρημάτων του δανειστή για ένα ορισμένο χρονικό διάστημα. Επιτόκιο καταβάλλεται για δάνεια ή για χρεόγραφα, ...
συμφωνία λογαριασμού
Τραπεζική; General banking
Σύμβασης που διέπουν ανοικτών πιστωτικό λογαριασμό σας, παρέχει πληροφορίες σχετικά με αλλαγές που μπορεί να συμβεί στο λογαριασμό. ...