Home > Βιομηχανία/Τομέας > Electrical equipment > Generators
Generators
Industry: Electrical equipment
Προσθήκη νέου όρουContributors in Generators
Generators
Ισχύς
Electrical equipment; Generators
Η ισχύς αναφέρεται στο ρυθμό έργου που εκτελείται ή αναμενόμενης ενέργειας. Συνήθως η μετρημένη ισχύς εκφράζεται σε όρους ιπποδύναμης και η ηλεκτρική ισχύς σε κιλοβάτ ...
Βατ (watt)
Electrical equipment; Generators
Μία μονάδα μέτρησης συνολικής ηλεκτρικής ισχύος. Η μονάδα μέτρησης πραγματικής ισχύος.
Διανομέας
Electrical equipment; Generators
Ένα κοινό σημείο σύνδεσης για συσκευές ή κόμβους σε ένα δίκτυο ή δευτερεύον δίκτυο. Οι διανομείς χρησιμοποιούνται συνήθως για σύνδεση τμημάτων ενός δικτύου LAN και περιέχουν πολλαπλές ...
επιχείρηση κοινής ωφέλειας
Electrical equipment; Generators
Το βοηθητικό πρόγραμμα είναι μια πηγή της εμπορικής δύναμης που παρέχει ηλεκτρική ενέργεια σε ειδικές εγκαταστάσεις από μια μεγάλη κεντρική μονάδα ηλεκτροπαραγωγής. ...
Αμερικανικό εθνικό ίδρυμα προτύπων
Electrical equipment; Generators
Αμερικανικό Εθνικό Ίδρυμα προτυποποίησης. Μια ομάδα βιομηχανία που θεσπίζει και δημοσιεύει πρότυπα.
Ενεργή ισχύς
Electrical equipment; Generators
Η ενεργή ισχύς είναι η πραγματική ισχύς (kW) που παρέχεται από τη γεννήτρια, ρυθμισμένη στο ηλεκτρικό φορτίο. Η ενεργή ισχύς δημιουργεί ένα φορτίο στον κινητήρα της γεννήτριας και περιορίζεται από ...
Διακόπης ισχύος ανοικτού τύπου
Electrical equipment; Generators
Ένας διακόπτης ισχύος ανοικτού τύπου διακόπτει αυτόματα το ρεύμα που ρέει μέσω αυτού, όταν το ρεύμα υπερβαίνει τη βαθμονόμηση ενεργοποίησης του διακόπτη. Ο αέρας είναι το μέσο ηλεκτρικής μόνωσης ...
Διακεκριμένα γλωσσάρια
architected
0
Όροι
27
Γλωσσάρια
14
Οπαδοί