Home > Βιομηχανία/Τομέας > Τραπεζική > Merchant banking
Merchant banking
Referring to negotiated private equity investment by financial institutions in teh unregistered securities of either private or public owned enterprises.
Industry: Τραπεζική
Προσθήκη νέου όρουContributors in Merchant banking
Merchant banking
εμπορική τράπεζα
Τραπεζική; Merchant banking
Μια εμπορική τράπεζα είναι ένα χρηματοπιστωτικό ίδρυμα που παρέχει κεφαλαίου σε εταιρείες με τη μορφή κατοχής μετοχών αντί των δανείων. Τράπεζα έμπορος παρέχει επίσης συμβουλευτικής για εταιρική ...
τοκοφόρος λογαριασμός όψεως
Τραπεζική; Merchant banking
Πρόκειται για τοκοφόρους λογαριασμούς όψεως είναι έναν τρεχούμενο λογαριασμό που παράγει τόκοι-έσοδα επί το διαθέσιμο υπόλοιπο στο λογαριασμό. ...
δεδουλευμένοι τόκοι
Τραπεζική; Merchant banking
Οι τόκοι που έχουν συγκεντρωθεί ή συσσωρευτεί σε ένα δάνειο, ομόλογο ή άλλο χρεόγραφο, σε καθημερινή βάση μεταξύ δύο ημερομηνιών πληρωμής ...
συμφωνία υπηρεσιών έμπορος
Τραπεζική; Merchant banking
Μια έμπορος υπηρεσία συμφωνία (MSA) έχει συμφωνηθεί μεταξύ της Τράπεζας και ο έμπορος και περιλαμβάνουν συμφωνημένων τιμών, πώς θα γίνονται δεκτές κάρτες και ποιοι τύποι καρτών μπορούν να γίνουν ...
Διακεκριμένα γλωσσάρια
farooq92
0
Όροι
47
Γλωσσάρια
3
Οπαδοί