Home > Όροι > Serbo Croatian (SH) > reljef
reljef
Area of the surface with a distinctive geological character.
0
0
Βελτίωση
- Μέρος του λόγου: noun
- Συνώνυμο(α):
- Blossary:
- Κλάδος/Τομέας: Αστρονομία
- Category: Planetary science
- Company: PSRD
- Προϊόν:
- Ακρώνυμο-συντόμευση:
Άλλες γλώσσες:
Τι θέλετε να πείτε;
Ορολογία Ειδήσεων
Featured Terms
Κλάδος/Τομέας: Γεωγραφία Category: Χώρες & Κράτη
Sveta gora
Greek mountain and pilgrimage site, known as the birthplace of early Christian Orthodox monasticism, housing around 20 Eastern Orthodox monasteries. ...
Συμβάλλων
Διακεκριμένα γλωσσάρια
stanley soerianto
0
Όροι
107
Γλωσσάρια
6
Οπαδοί
Italy National Football Team 2014
Κατηγορία: Σπορ 1 23 Όροι
Browers Terms By Category
- Misc restaurant(209)
- Culinary(115)
- Fine dining(63)
- Diners(23)
- Coffehouses(19)
- Cafeterias(12)
Restaurants(470) Terms
- Economics(2399)
- International economics(1257)
- International trade(355)
- Forex(77)
- Ecommerce(21)
- Economic standardization(2)
Economy(4111) Terms
- Cables & wires(2)
- Fiber optic equipment(1)
Telecom equipment(3) Terms
- Chocolate(453)
- Hard candy(22)
- Gum(14)
- Gummies(9)
- Lollies(8)
- Caramels(6)
Γλυκά και Ζαχαροπλαστική(525) Terms
- Railroad(457)
- Train parts(12)
- Trains(2)