Home > Όροι > Albanian (SQ) > i varur

i varur

A person eligible for coverage under an employee benefits plan because of that person's relationship to an employee. Spouses, children and adopted children are often eligible for dependent coverage

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Υγεία
  • Category: General
  • Company: CIGNA
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Edita Llalloshi
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 0

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Events Category: Awards

Globi i Artë

Njohja për përsosmëri në film dhe televizion, të paraqitur nga Shoqata Hollivudiane e Shtypit të Jashtëm. 68 Ceremonitë janë mbajtur që nga çmimet ...

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Top 10 Most Popular Social Networks

Κατηγορία: Business   1 11 Όροι

Animals' Etymology

Κατηγορία: Animals   1 13 Όροι