Home > Όροι > Albanian (SQ) > i shenjtë
i shenjtë
The ordinary and commonplace elements of life, as distinguished from the sacred.
0
0
Βελτίωση
- Μέρος του λόγου: noun
- Συνώνυμο(α):
- Blossary:
- Κλάδος/Τομέας: Sociology
- Category: General sociology
- Company: McGraw-Hill
- Προϊόν:
- Ακρώνυμο-συντόμευση:
Άλλες γλώσσες:
Τι θέλετε να πείτε;
Ορολογία Ειδήσεων
Featured Terms
Κλάδος/Τομέας: Σπορ Category: Basketball
top i vdekur
(basketball term) any ball that is not live; occurs after each successful field goal or free-throw attempt, after any official's whistle or if the ...
Συμβάλλων
Διακεκριμένα γλωσσάρια
CSOFT International
0
Όροι
3
Γλωσσάρια
3
Οπαδοί
Chinese Idioms (Chengyu - 成语)
Κατηγορία: Κουλτούρα 2 10 Όροι
Browers Terms By Category
- SSL certificates(48)
- Wireless telecommunications(3)
Wireless technologies(51) Terms
- Body language(129)
- Corporate communications(66)
- Oral communication(29)
- Technical writing(13)
- Postal communication(8)
- Written communication(6)
Communication(251) Terms
- General art history(577)
- Visual arts(575)
- Renaissance(22)
Art history(1174) Terms
- Υλικό φυσικών επιστημών(1710)
- Μεταλλουργία(891)
- Τεχνολογία διάβρωσης(646)
- Μαγνητική(82)
- Τεστ απόδοσης(1)