Home > Όροι > Σερβικά > амортизација

амортизација

The reduction of a debt over time by making periodic payments, usually monthly, a portion of which is interest and a portion of which reduces the outstanding amount of the debt. The monthly mortgage payments remain the same over the life of the loan, even though the proportion of principal to interest changes over time. In the early part of the loan period the principal repayment is very small and interest repayment is very high. At the end of the loan that relationship is reversed.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Real estate
  • Category: General
  • Company: Century 21
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Miroslav Velimirovic
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 0

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Στρατιωτικά Category: Peace keeping

вишецевни лансер ракета

Ракетни лансирни систем способан за испаљивање салви.

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

African Instruments

Κατηγορία: Arts   1 8 Όροι

orthodontic expansion screws

Κατηγορία: Health   2 4 Όροι