Home > Όροι > Σερβικά > новчани ресурс

новчани ресурс

1. Укупан износ новца донетог од стране појединачног играча у казино за клађење. 2. Када казино радници промене смену у току игре, ово је износ новца који је већ на столу, када почиње нови радник.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Ψυχαγωγία
  • Category: Gambling
  • Company:
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Ivan Andrijasevic
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 0

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Holiday Category: National holidays

Dan zahvalnosti

Godišnji praznik koji se slavi drugog ponedeljka oktobra u Kanadi i četvrtog četvrtka novembra u SAD-u. Dan zahvalnosti se uglavnom slavi velikim ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Tools

Κατηγορία: Other   1 20 Όροι

Indonesia

Κατηγορία: Γεωγραφία   2 7 Όροι