Home > Όροι > Σερβικά > бутанол
бутанол
Though generally produced from fossil fuels, this four-carbon alcohol can also be produced through bacterial fermentation of alcohol.
0
0
Βελτίωση
- Μέρος του λόγου: noun
- Συνώνυμο(α):
- Blossary:
- Κλάδος/Τομέας: Biotechnology; Ενέργεια
- Category: Biofuel
- Company: Grist
- Προϊόν:
- Ακρώνυμο-συντόμευση:
Άλλες γλώσσες:
Τι θέλετε να πείτε;
Ορολογία Ειδήσεων
Featured Terms
basking ajkula
Basking ajkula je druga najveća vrsta ajkula koja živi u istočnim delovima Severnog Pacifika. Basking ajkule su dobile ovo ime zato što se često ...
Συμβάλλων
Διακεκριμένα γλωσσάρια
Browers Terms By Category
- Muscular(158)
- Brain(145)
- Human body(144)
- Developmental anatomy(72)
- Nervous system(57)
- Arteries(53)
Anatomy(873) Terms
- Festivals(20)
- Religious holidays(17)
- National holidays(9)
- Observances(6)
- Unofficial holidays(6)
- International holidays(5)
Holiday(68) Terms
- Γενική νομική(5868)
- Contracts(640)
- Ευρεσιτεχνίες & εμπορικά σήματα(449)
- Legal(214)
- US law(77)
- European law(75)
Νομική(7373) Terms
- Καλλυντικά(80)