Home > Όροι > Σερβικά > aditivi
aditivi
Substances intentionally added to food to maintain or improve nutritional quality.
0
0
Βελτίωση
- Μέρος του λόγου: noun
- Συνώνυμο(α):
- Blossary:
- Κλάδος/Τομέας: Τροφιμα
- Category: Food additives
- Company: Epricurious
- Προϊόν:
- Ακρώνυμο-συντόμευση:
Άλλες γλώσσες:
Τι θέλετε να πείτε;
Ορολογία Ειδήσεων
Featured Terms
Κλάδος/Τομέας: Θρησκεία Category: Χριστιανισμός
врлина
& Куот; Врлине & куот; или 'Стронгхолдс & куот; лаи иза опханим (трона / Вхеелс). Њихов примарни задатак да надзире кретање небеских тела ...
Συμβάλλων
Διακεκριμένα γλωσσάρια
tim.zhaotianqi
0
Όροι
40
Γλωσσάρια
4
Οπαδοί
10 Material Design Android apps you should be using right now
Κατηγορία: Τεχνολογία 1 10 Όροι
Browers Terms By Category
- General seafood(50)
- Shellfish(1)
Seafood(51) Terms
- Contracts(640)
- Home improvement(270)
- Mortgage(171)
- Residential(37)
- Corporate(35)
- Commercial(31)
Real estate(1184) Terms
- Body language(129)
- Corporate communications(66)
- Oral communication(29)
- Technical writing(13)
- Postal communication(8)
- Written communication(6)
Communication(251) Terms
- Dictionaries(81869)
- Encyclopedias(14625)
- Αργκό(5701)
- Idioms(2187)
- General language(831)
- Linguistics(739)