Home > Όροι > Σερβικά > генетски модификаовани организам (ГМО)
генетски модификаовани организам (ГМО)
An organism whose genetic material has been modified through recombinant DNA technology, altering the phenotype of the organism to meet desired specifications. What, you don't know what a phenotype is?
0
0
Βελτίωση
- Μέρος του λόγου: noun
- Συνώνυμο(α):
- Blossary:
- Κλάδος/Τομέας: Biotechnology; Ενέργεια
- Category: Biofuel
- Company: Grist
- Προϊόν:
- Ακρώνυμο-συντόμευση:
Άλλες γλώσσες:
Τι θέλετε να πείτε;
Ορολογία Ειδήσεων
Featured Terms
Κλάδος/Τομέας: Αεροπορία Category: Διαστημόπλοια
спејс шатл
A reusable spacecraft with wings developed by the U.S. National Aeronautics and Space Administration (NASA) for human spaceflight missions. The first ...
Συμβάλλων
Διακεκριμένα γλωσσάρια
mihaela1982
0
Όροι
1
Γλωσσάρια
0
Οπαδοί
French origin terms in English
Κατηγορία: Languages 1 2 Όροι
Browers Terms By Category
- Υλικό φυσικών επιστημών(1710)
- Μεταλλουργία(891)
- Τεχνολογία διάβρωσης(646)
- Μαγνητική(82)
- Τεστ απόδοσης(1)
Επιστημονικό υλικό(3330) Terms
- General Finance(7677)
- Funds(1299)
- Commodity exchange(874)
- Private equity(515)
- Accountancy(421)
- Real estate investment(192)
Financial services(11765) Terms
- Legal documentation(5)
- Technical publications(1)
- Marketing documentation(1)
Documentation(7) Terms
- Wine bottles(1)
- Soft drink bottles(1)
- Beer bottles(1)
Glass packaging(3) Terms
- Contracts(640)
- Home improvement(270)
- Mortgage(171)
- Residential(37)
- Corporate(35)
- Commercial(31)