Home > Όροι > Σερβικά > маргина

маргина

The amount a lender adds to the index on an adjustable rate mortgage to establish the adjusted interest rate.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Real estate
  • Category: General
  • Company: Century 21
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Dragan Zivanovic
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 10

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Weather Category: Meteorology

торнадо

1. A violently rotating column of air, in contact with the ground, either pendant from a cumuliform cloud or underneath a cumuliform cloud, and often ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Exercise

Κατηγορία: Health   2 20 Όροι

Rock Bands of the '70s

Κατηγορία: Ιστορία   1 10 Όροι