Home > Όροι > Σερβικά > mikrofon

mikrofon

Uređaj (transduktor) koji se koristi da pretvori zvučne talase u digitalne ili analogne signale; obično se priključuje u pojačivač i koristi za snimanje ili puštanje u etar.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α): mic_₀
  • Blossary: Viser
  • Κλάδος/Τομέας: Events
  • Category: Awards
  • Company: Volkswagen
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Suncookreti
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 8

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Apparel Category: Skirts & dresses

А-линија

Оцртавање хаљине или сукње која је ужа на врху, а шири се нежно у стране да направи "А" облик. Лепо изгледа на већини фигура са одређеним ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

British food

Κατηγορία: Food   1 1 Όροι

Rhetoric of the American Revolution

Κατηγορία: Εκπαίδευση   1 20 Όροι