Home > Όροι > Σερβικά > монолог
монолог
Прича или драма испричана или одиграна од стране једне особе.
0
0
Βελτίωση
- Μέρος του λόγου: noun
- Συνώνυμο(α):
- Blossary:
- Κλάδος/Τομέας: Εκπαίδευση
- Category: Λεξιλόγιο SAT
- Company:
- Προϊόν:
- Ακρώνυμο-συντόμευση:
Άλλες γλώσσες:
Τι θέλετε να πείτε;
Ορολογία Ειδήσεων
Featured Terms
Κλάδος/Τομέας: Travel Category: Travel sites
travel hacking / lov na turističke pogodnosti
Travel hacking je izraz kojim se označavaju aktivnosti za pronalaženje najpogodnije opcije za putovanje, kao što je najniža cena ili najprimamljivija ...
Συμβάλλων
Διακεκριμένα γλωσσάρια
anton.chausovskyy
0
Όροι
25
Γλωσσάρια
4
Οπαδοί
Heroes of the French Revolution
Κατηγορία: Ιστορία 1 5 Όροι
Browers Terms By Category
- Medicine(68317)
- Cancer treatment(5553)
- Diseases(4078)
- Genetic disorders(1982)
- Managed care(1521)
- Optometry(1202)
Υγεία(89875) Terms
- Γενική αστρονομία(781)
- Astronaut(371)
- Planetary science(355)
- Moon(121)
- Comets(101)
- Mars(69)
Αστρονομία(1901) Terms
- General seafood(50)
- Shellfish(1)
Seafood(51) Terms
- Δημοσιογραφία(537)
- Τύπος(79)
- Δημοσιογραφία έρευνας(44)
Ειδήσεις(660) Terms
- Characters(952)
- Fighting games(83)
- Shmups(77)
- General gaming(72)
- MMO(70)
- Rhythm games(62)