![](/template/termwiki/images/likesmall.jpg)
Home > Όροι > Σερβικά > палпабилност
палпабилност
Палпабилност је када се имплант може осетити кроз кожу.
0
0
Βελτίωση
- Μέρος του λόγου: noun
- Συνώνυμο(α):
- Blossary:
- Κλάδος/Τομέας: Ομορφιά
- Category: Breast implant
- Company: U.S. FDA
- Προϊόν:
- Ακρώνυμο-συντόμευση:
Άλλες γλώσσες:
Τι θέλετε να πείτε;
Ορολογία Ειδήσεων
Featured Terms
Κλάδος/Τομέας: Apparel Category: Skirts & dresses
А-линија
Оцртавање хаљине или сукње која је ужа на врху, а шири се нежно у стране да направи "А" облик. Лепо изгледа на већини фигура са одређеним ...
Συμβάλλων
Διακεκριμένα γλωσσάρια
Browers Terms By Category
- Παγκόσμια ιστορία(1480)
- Israeli history(1427)
- Ιστορία της Αμερικής(1149)
- Medieval(467)
- Nazi Germany(442)
- Egyptian history(242)
Ιστορία(6037) Terms
- Εντομοκτόνα(2181)
- Οργανικά λιπάσματα(10)
- Λιπάσματα ποτάσας(8)
- Ζιζανιοκτόνα(5)
- Μυκητοκτόνα(1)
- Insecticides(1)
Γεωργικές χημικές ουσίες(2207) Terms
- Γενική αστρολογία(655)
- Ζώδια(168)
- Προσωπικό ωροσκόπιο(27)
Αστρολογία(850) Terms
- Biochemistry(4818)
- Molecular biology(4701)
- Microbiology(1476)
- Ecology(1425)
- Toxicology(1415)
- Cell biology(1236)