Home > Όροι > Σερβικά > тресет

тресет

Очувани и компримовани остатци мртвих мочварних биљака. Често познат као тресетна маховина јер је од мочварног или барског тресета.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Κηπουρική
  • Category: Gardening
  • Company:
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

sladjana milinkovic
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 3

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Γλώσσα Category: Terminology

Трка језика

One of the first online language competitions that allows users to add terms and definitions in their native languages at TermWiki.com in order to ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Nautical

Κατηγορία: Other   1 20 Όροι

Mobile phone

Κατηγορία: Τεχνολογία   1 8 Όροι