Home > Όροι > Σερβικά > društvo

društvo

Samostalna grupa ljudi koja deli zajedničku teritoriju i organizuje se kako bi opstala i ovekovečila određen način života.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Sociology
  • Category: General sociology
  • Company:
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Wendy Kroy
  • 0

    Όροι

  • 1

    Γλωσσάρια

  • 1

    Οπαδοί

puder u kamenu

Kozmetika u čvrstom stanju koja se nanosi na lice u boji kože kako bi se ujednačio ten i korigovale neke nepravilnosti ili neželjeni efekti. Na ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

World's Deadliest Diseases

Κατηγορία: Επιστήμη   1 8 Όροι

HaCLOWNeen

Κατηγορία: Κουλτούρα   219 10 Όροι