Home > Όροι > Σερβικά > вискозност
вискозност
The ability of a liquid to flow. The higher the viscosity, the slower the liquid flows.
0
0
Βελτίωση
- Μέρος του λόγου: noun
- Συνώνυμο(α):
- Blossary:
- Κλάδος/Τομέας: Biotechnology; Ενέργεια
- Category: Biofuel
- Company: Grist
- Προϊόν:
- Ακρώνυμο-συντόμευση:
Άλλες γλώσσες:
Τι θέλετε να πείτε;
Ορολογία Ειδήσεων
Featured Terms
Κλάδος/Τομέας: Γλώσσα Category: Terminology
Трка језика
One of the first online language competitions that allows users to add terms and definitions in their native languages at TermWiki.com in order to ...
Συμβάλλων
Διακεκριμένα γλωσσάρια
LauraChovetB
0
Όροι
8
Γλωσσάρια
2
Οπαδοί
Génération 90’s : les séries américaines qui ont marqué notre jeunesse.
Κατηγορία: Ψυχαγωγία 1 0 Όροι
Browers Terms By Category
- Cables & wires(2)
- Fiber optic equipment(1)
Telecom equipment(3) Terms
- Κοσμήματα(850)
- Style, cut & fit(291)
- Μάρκες & ετικέτες(85)
- Γενική μόδα(45)
Μόδα(1271) Terms
- American culture(1308)
- Λαϊκή Κουλτούρα(211)
- Γενική κουλτούρα(150)
- Ανθρωποι(80)
Κουλτούρα(1749) Terms
- Contracts(640)
- Home improvement(270)
- Mortgage(171)
- Residential(37)
- Corporate(35)
- Commercial(31)
Real estate(1184) Terms
- Social media(480)
- Ιντερνετ(195)
- Search engines(29)
- Online games(22)
- Ecommerce(21)
- SEO(8)