Home > Όροι > Σερβικά > зигот

зигот

The fertilized egg before it begins to divide and grow into an embryo.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Parenting
  • Category: Pregnancy
  • Company: Everyday Health
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

jelena milic
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 0

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Architecture Category: General architecture

иза сцене

Задњи део сцене који обично остаје ван видокруга публике. Служи као остава за сценографије које су потребне за представу која је у току или која тек ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Rare Fruit

Κατηγορία: Other   1 1 Όροι

Khmer Rouge

Κατηγορία: Politics   1 1 Όροι