Home > Όροι > Σερβικά > aklimatizacija
aklimatizacija
Fiziološka i bihejvioralna prilagođavanja organizma na promene u svom neposrednom okruženju.
0
0
Βελτίωση
- Μέρος του λόγου: noun
- Συνώνυμο(α):
- Blossary:
- Κλάδος/Τομέας: Περιβάλλον
- Category: Environmental policy
- Company:
- Προϊόν:
- Ακρώνυμο-συντόμευση:
Άλλες γλώσσες:
Τι θέλετε να πείτε;
Ορολογία Ειδήσεων
Featured Terms
Συμβάλλων
Διακεκριμένα γλωσσάρια
Browers Terms By Category
- Hats & caps(21)
- Scarves(8)
- Gloves & mittens(8)
- Hair accessories(6)
Fashion accessories(43) Terms
- Hair salons(194)
- Laundry facilities(15)
- Vetinary care(12)
- Death care products(3)
- Gyms(1)
- Portrait photography(1)
Consumer services(226) Terms
- Wine bottles(1)
- Soft drink bottles(1)
- Beer bottles(1)
Glass packaging(3) Terms
- Cardboard boxes(1)
- Wrapping paper(1)