Home > Όροι > Σερβικά > катализатор

катализатор

A chemical that accelerates a reaction. The catalyst is not part of the reaction butincreases the rate at which it takes place.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Textiles
  • Category: Manufactured fibers
  • Company: Celanese
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Sanja Milovanovic
  • 0

    Όροι

  • 5

    Γλωσσάρια

  • 1

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Τροφιμα Category: Food additives

Нутела(Nutella)

Нутела је бранд чоколадног намаза који производи италијанска компанија Фереро(Ferrero), представљен на тржишту 1963. године. Рецепт је развијен од ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

5 different Black Friday

Κατηγορία: Ιστορία   2 5 Όροι

Acquisitions made by Apple

Κατηγορία: Τεχνολογία   2 5 Όροι