Home > Όροι > Σερβικά > кондензација
кондензација
The transition of water vapor to liquid. Typically forms in areas of high humidity.
0
0
Βελτίωση
- Μέρος του λόγου: noun
- Συνώνυμο(α):
- Blossary:
- Κλάδος/Τομέας: Real estate
- Category: General
- Company: Century 21
- Προϊόν:
- Ακρώνυμο-συντόμευση:
Άλλες γλώσσες:
Τι θέλετε να πείτε;
Ορολογία Ειδήσεων
Featured Terms
Ускрс
An annual Christian festival in commemoration of the resurrection of Jesus Christ, observed on the first Sunday after the first full moon after the ...
Συμβάλλων
Διακεκριμένα γλωσσάρια
Browers Terms By Category
- Hair salons(194)
- Laundry facilities(15)
- Vetinary care(12)
- Death care products(3)
- Gyms(1)
- Portrait photography(1)
Consumer services(226) Terms
- Καλλυντικά(80)
Καλλυντικά & φροντίδα του δέρματος(80) Terms
- Διαλέξεις(3667)
- Οργάνωση Εορτών(177)
- Έκθεση(1)
Συνέλευση(3845) Terms
- General architecture(562)
- Bridges(147)
- Castles(114)
- Landscape design(94)
- Architecture contemporaine(73)
- Skyscrapers(32)
Architecture(1050) Terms
- Home theatre system(386)
- Television(289)
- Amplifier(190)
- Digital camera(164)
- Digital photo frame(27)
- Radio(7)