Home > Όροι > Σερβικά > маргина

маргина

The amount a lender adds to the index on an adjustable rate mortgage to establish the adjusted interest rate.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Real estate
  • Category: General
  • Company: Century 21
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Dragan Zivanovic
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 10

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Ενέργεια Category: Hydroelectric

Хуверова брана

Named one of the Top 10 Construction Achievements of the 20th Century, Hoover Dam was the largest of its kind at the time and many years after. ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Badminton; Know your sport

Κατηγορία: Σπορ   1 23 Όροι

APEC

Κατηγορία: Politics   2 9 Όροι