Home > Όροι > Σερβικά > losos

losos

A meaty fish with firm, flavorful flesh. High in protein, the meat is an excellent source of Omega-3 fatty acids. It can often be found on our fresh fish menu, depending on season and availability.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Seafood
  • Category: General seafood
  • Company: Red Lobster
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Wendy Kroy
  • 0

    Όροι

  • 1

    Γλωσσάρια

  • 1

    Οπαδοί

puder u kamenu

Kozmetika u čvrstom stanju koja se nanosi na lice u boji kože kako bi se ujednačio ten i korigovale neke nepravilnosti ili neželjeni efekti. Na ...

Edited by

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Top 10 Inspirational Books of All Time

Κατηγορία: Λογοτεχνία   1 12 Όροι

Worst Jobs

Κατηγορία: Arts   2 7 Όροι