Home > Όροι > Filipino (TL) > diskriminasyon

diskriminasyon

The act of making a distinction against or in favor of a person on the basis of the group or class to which the person belongs; the failure to treat people equally.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Real estate
  • Category: General
  • Company: Century 21
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Mavel Morilla
  • 0

    Όροι

  • 2

    Γλωσσάρια

  • 2

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Anthropology Category: Cultural anthropology

akubasyon

Ang pagsasandal (sa isang sopa), pati na ensayado sa sinaunang beses sa panahon ng oras ng pagkain.

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

The Trump Family

Κατηγορία: Ψυχαγωγία   1 6 Όροι

Individual Retirement Account (IRA)

Κατηγορία: Εκπαίδευση   1 5 Όροι