Home > Όροι > Spanish, Latin American (XL) > toxicidad aguda
toxicidad aguda
The ability of a substance to cause harmful effects soon after a single exposure or dose. Also, any sever poisonous effect resulting from a singe short-tem exposure to a toxic substance.
0
0
Βελτίωση
- Μέρος του λόγου: noun
- Συνώνυμο(α):
- Blossary:
- Κλάδος/Τομέας: Agriculture
- Category: Agricultural programs & laws
- Company: USDA
- Προϊόν:
- Ακρώνυμο-συντόμευση:
Άλλες γλώσσες:
Τι θέλετε να πείτε;
Ορολογία Ειδήσεων
Featured Terms
Κλάδος/Τομέας: Mobile communications Category: Mobile phones
realidad aumentada
La realidad aumentada (AR) es una tecnología que combina la información del mundo real con imágenes generadas por computadora y el contenido, y se ...
Συμβάλλων
Διακεκριμένα γλωσσάρια
Browers Terms By Category
- Φυσική γεωγραφία(2496)
- Γεωγραφία(671)
- Πόλεις & κωμοπόλεις(554)
- Χώρες & Κράτη(515)
- Capitals(283)
- Human geography(103)
Γεωγραφία(4630) Terms
- Dating(35)
- Romantic love(13)
- Platonic love(2)
- Family love(1)
Love(51) Terms
- Κοσμήματα(850)
- Style, cut & fit(291)
- Μάρκες & ετικέτες(85)
- Γενική μόδα(45)
Μόδα(1271) Terms
- Φυσικό αέριο(4949)
- Άνθρακας(2541)
- Πετρέλαιο(2335)
- Αποτελεσματικότητα ενέργειας(1411)
- Ατομική ενέργεια(565)
- Αγορά ενέργειας(526)