Home > Όροι > Spanish, Latin American (XL) > arteria

arteria

Un vaso sanguíneo que lleva sangre desde el corazón a varias partes del cuerpo. Las arterias llevan la sangre oxigenada por lo general - a excepción de la arteria pulmonar, que lleva la sangre oxigenada desde el corazón hacia los pulmones para su oxigenación.

0
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Gabriela Lozano
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 7

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Water bodies Category: Oceans

océano

The ocean covers nearly 71% of the Earth’s surface and is divided into major oceans and smaller seas. The three principal oceans, the Pacific, ...

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Capital Market Theory

Κατηγορία: Business   1 15 Όροι

Idioms Only Brits Understand

Κατηγορία: Κουλτούρα   1 6 Όροι