Home > Όροι > Spanish, Latin American (XL) > influenza aviar

influenza aviar

An Influenza A viral infection of wild birds or domestic fowl, certain strains of which cause high mortality in poultry.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Agriculture
  • Category: General agriculture
  • Company: USDA
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Francisca Bittner
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 8

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Events Category: Disasters

Chernobyl

Desastre ocurrido en la central eléctrica de Chernobyl en 1986, donde uno de los cuatro reactores nucleares de la planta explotó, resultando al menos ...

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Ophthalmology

Κατηγορία: Health   1 5 Όροι

Saint Louis

Κατηγορία: Travel   2 21 Όροι