Home > Όροι > Spanish, Latin American (XL) > biomasa

biomasa

The term `biomass' means any organic matter that is available on a renewable or recurring basis (excluding old-growth timber), including dedicated energy crops and trees, agricultural food and feed crop residues, wood and wood wastes and residues, aquatic plants, grasses, residues, fibers, and animal wastes, municipal wastes, and other waste materials.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Agriculture
  • Category: General agriculture
  • Company: USDA
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Francisca Bittner
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 8

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Events Category: Awards

Globos de Oro

Reconocimiento por excelencia en el cine y la televisión, presentado por la Asociación de Prensa Extranjera de Hollywood (HFPA). Se han realizado 68 ...

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Dark Princess - Without You

Κατηγορία: Ψυχαγωγία   2 10 Όροι

Investment Analysis

Κατηγορία: Business   2 9 Όροι