Home > Όροι > Spanish, Latin American (XL) > etnohistoria

etnohistoria

The study of ethnographic cultures through historical records.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Anthropology
  • Category: Cultural anthropology
  • Company:
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

michael.cen
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 13

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Sociology Category: General sociology

comercio electrónico

Numerosas maneras con que la gente con acceso a internet hace negocios desde sus computadoras.

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Sino-US Strategy and Economic Development

Κατηγορία: Politics   1 2 Όροι

The Trump Family

Κατηγορία: Ψυχαγωγία   1 6 Όροι