Home > Όροι > Spanish, Latin American (XL) > granuloso
granuloso
De textura granulada, con las partículas constituyentes visibles.
0
0
Βελτίωση
- Μέρος του λόγου: adjective
- Συνώνυμο(α):
- Blossary: Photography
- Κλάδος/Τομέας: Photography
- Category: Professional photography
- Company: Nikon
- Προϊόν:
- Ακρώνυμο-συντόμευση:
Άλλες γλώσσες:
Τι θέλετε να πείτε;
Ορολογία Ειδήσεων
Featured Terms
Festival del Bote Dragón
Celebrado en China, así como en otros países del Sureste de Asia, el Festival del Bote Dragón es el quinto day del quinto mes del calendario lunar. En ...
Συμβάλλων
Διακεκριμένα γλωσσάρια
rufaro9102
0
Όροι
41
Γλωσσάρια
4
Οπαδοί
Top 15 Most Beautiful Buildings Around The World
Κατηγορία: Arts 1 7 Όροι
Browers Terms By Category
- Biochemistry(4818)
- Genetic engineering(2618)
- Biomedical(4)
- Green biotechnology(4)
- Blue biotechnology(1)
Biotechnology(7445) Terms
- Γενική αστρολογία(655)
- Ζώδια(168)
- Προσωπικό ωροσκόπιο(27)
Αστρολογία(850) Terms
- Legal documentation(5)
- Technical publications(1)
- Marketing documentation(1)
Documentation(7) Terms
- Wine bottles(1)
- Soft drink bottles(1)
- Beer bottles(1)